Στις 3 Ιουλίου του 1982, στην Πολιτεία της Φιλαδέλφειας των ΗΠΑ, το δικαστήριο της Πενσυλβάνια, αποφάσισε την καταδίκη του Αφροαμερικανού δημοσιογράφου Μούμια Αμπού Τζαμάλ, για την δολοφονία του λευκού αστυνομικού Ντάνιελ Φόκνερ ένα χρόνο πριν, τον Δεκέμβριο του 1981. Η απόφαση ήταν ξεκάθαρη, εις θάνατον. Εκείνη την περίοδο στις ΗΠΑ, η θανατική ποινή ήταν η πιο συχνή απόφαση των δικαστηρίων για υποθέσεις ανθρωποκτονιών, η οποία εντασσόταν στο πλαίσιο των γενικά, πολύ αυστηρά ποινών. Ο Μούμια Αμπού Τζαμάλ φυλακίσθηκε και εδώ και τριάντα χρόνια κρατάτε στη φυλακή υπό καθεστώς απομόνωσης, ενώ από την πρώτη στιγμή δήλωσε και συνεχίζει να δηλώνει εντελώς αθώος. Ο ίδιος δηλώνει πολιτικός κρατούμενος και προσπαθεί να αποδείξει πως η καταδίκη του αποτελεί μια σκευωρία εναντίον του, επειδή παρελθόν του είχε «ενοχλήσει» αρκετά το Αμερικανικό Κράτος.
ΑΦΙΕΡΩΜΑ : Ο διασημότερος «θανατοποινίτης» στο κόσμο,
ο άνθρωπος- σύμβολο κατά της θανατικής ποινής…
«Η φωνή, αυτών που δεν έχουν...»
Ο
ΜΟΥΜΙΑ ΑΜΠΟΥ ΤΖΑΜΑΛ, ΤΟΥ
ΟΠΟΙΟΥ ΤΟ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟ ΟΝΟΜΑ ΗΤΑΝ ΟΥΕΣΛΙ ΚΟΥΚ, ΓΕΝΝΗΘΗΚΕ ΣΤΙΣ 24 ΑΠΡΙΛΙΟΥ 1954,
ΣΤΗ ΦΙΛΑΔΕΛΦΕΙΑ. ΜΕΧΡΙ ΤΗ ΣΥΛΛΗΨΗ ΤΟΥ, ΗΤΑΝ ΕΝΑΣ ΒΡΑΒΕΥΜΕΝΟΣ ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ,
ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΈΝΩΣΗΣ ΑΦΡΟΑΜΕΡΙΚΑΝΩΝ ΡΕΠΟΡΤΕΡ ΣΤΗ ΦΙΛΑΔΕΛΦΕΙΑ.
Όταν ο Τζαμάλ πήγαινε λύκειο, μια Κενυάτισσα δασκάλα
του, η οποία παρέδιδε το μάθημα της Αφρικανικής Κουλτούρας, έδινε σε κάθε
μαθητή ένα Κενυατικό όνομα. Στον Ουέσλι Κουκ δόθηκε το «Μούμια», το οποίο στα
Κενυάτικα σημαίνει «Πρίγκιπας», αλλά το πραγματικό νόημα του ονόματος πηγάζει
από τα χρόνια της Αγγλικής αποικιοκρατίας στην Κένυα, όπου οι ιθαγενείς αντί
αποικιοκράτες της αφρικανικής αντίστασης, αποκαλούνταν με το ίδιο όνομα,
δηλαδή, «Μούμια». Το όνομα Αμπού Τζαμάλ, το υιοθέτησε μετά την γέννηση του
πρώτου του γιού Τζαμάλ, το 1971. Αμπού Τζαμάλ, σημαίνει Ο πατέρας του Τζαμάλ
στα Αραβικά.
Σε ηλικία δεκατεσσάρων ετών, ο Μούμια οργανώθηκε στην
ριζοσπαστική οργάνωση, των Μαύρων Πανθήρων. Ο τότε 14χρονος Μούμια, δεν μπήκε
σε κάποιο στρατιωτικό ή οποιοδήποτε μαχητικό σκέλος της οργάνωσης, αλλά
προτίμησε μιας και διέθετε από τόσο μικρή ηλικία, πολύ καλή ευφράδεια λόγου, να
συμμετέχει ως αρθρογράφος στην εφημερίδα της οργάνωσης. Στη συνέχεια,
συμμετείχε σε πάρα πολλές κινητοποιήσεις, ενάντια στην καταστολή, την ανισότητα
του συστήματος και το ρατσιστικό διαχωρισμό του Αμερικανικού κράτους. Από τα
πρώτα χρόνια στην οργάνωση, έδωσε μεγάλο αγώνα για να μετονομαστεί το σχολείο
του σε MALCOM X, ώστε να τιμήσει τον αγώνα του μεγάλου Μαύρου ριζοσπάστη.
Τελειώνοντας το σχολείο, ο Μούμια εργάστηκε ως
δημοσιογράφος, καταφέρνοντας να γίνει πρόεδρος της Ένωσης Αφροαμερικανών
Ρεπόρτερ στη Φιλαδέλφεια και να κερδίσει αρκετά βραβεία, ενώ ταυτόχρονα
καυτηρίαζε το βάρβαρο αστικό υπέρ κράτος των ΗΠΑ από σοσιαλιστική σκοπιά. Σιγά-
σιγά όμως ο ίδιος άρχισε να γίνεται επικίνδυνος και οι μυστικές υπηρεσίες,
άρχισαν να ψάχνουν αφορμή, για να του κλείσουν το στόμα.
Είναι χαρακτηριστικό, πως ο φάκελος του στην ασφάλεια
αποτελούταν εκείνη την περίοδο από «800» λέξεις και μάλιστα πολύ αρνητικές…
Το 1970 όμως, η κατάσταση έχει οξυνθεί, οι
αλλεπάλληλοι αστυνομική- ρατσιστική βία εναντίον των μαύρων που φτάνει
πάμπολλες φορές σε ψυχρές δολοφονίες γίνεται ακόμη χειρότερη με την απόφαση του
Αμερικανικού κράτους να διαλύσει βιαίως τους Μαύρους Πάνθηρες, φυλακίζοντας
αρκετούς και κάνοντας πολλούς να απομακρυνθούν από την δημόσια ζωή. Ο ίδιος ο
Μούμια, αναγκάστηκε να αποχωρήσει και αυτός από την οργάνωση αλλά συνεχίζει να
χτυπά το κράτος μέσα από την δημοσιογραφία.
Εκείνη την περίοδο, βγαίνει στη δημοσιότητα, ένα βίντεο
ντοκουμέντο, που αποδεικνύει πως Αμερικανοί αστυνομικοί, ξυλοκοπούν ένα μαύρο,
μέχρι θανάτου. Ο Μούμια, σχεδιάζει τα πρόσωπα των αστυνομικών, τα τυπώνει σε
αφίσες και διοργανώνει μεγάλη διαδήλωση στην Πενσυλβάνια εναντίον των κρατικών
δολοφονιών.
Αυτό, όπως διαπιστώνουν πολλοί ήταν το ποτήρι που
ξεχείλισε και δεν θα έμενε ατιμώρητο από το σύστημα.
Η ΔΙΚΑΣΤΙΚΗ ΠΑΡΩΔΙΑ
Η δίκη του ολοκληρώθηκε στις 3 Ιουλίου του 1982 και
κάθε άλλο παρά δίκαιη ήταν.
Ο πρόεδρος του δικαστηρίου ήταν ο Άλμπερτ Σέιβο, ο
οποίος αποκαλούταν και «δήμιος», αφού είχε και έχει ακόμη το ρεκόρ θανατικών
καταδίκων, προχώρησε σε μια από τις χειρότερες δίκες της σύγχρονης Αμερικής. Ο
Σέιβο πριν ήταν βοηθός σερίφη και ανήκε στην ένωση αστυνομικών, κάτι που ο
δικηγόρος του Μούμια κατήγγειλε, αφού δεν θα μπορούσε αυτός ο άνθρωπος να
δικάσει αμερόληπτα την υπόθεση δολοφονίας ενός πρώην συναδέλφου του.
Μάλιστα, η στενογράφος του, δήλωσε ότι σε ένα
διάλειμμα της δίκης, τον άκουσε να λέει «Θα τον ψήσω τον νέγρο», αποκαλύπτοντας
έτσι την είδη προαποφασισμένη έκβαση της δίκης.
Ακόμη πιο τραγικό όμως, ήταν πως παρότι το 40% της
Πενσυλβανία είναι Αφροαμερικάνοι, ο δικαστής, ύστερα από πρόταση του
εισαγγελέα, κατάφερε να αντικαταστήσει 12 ενόρκους, επειδή όπως είπε: «δεν
πίστευαν στη θανατική ποινή»! Και στη συνέχεια, ολοκλήρωσε το παραλογισμό του
με την αντικατάσταση άλλων 11 ενόρκων επειδή ήταν Αφροαμερικάνοι! Έτσι στο ακροατήριο των ενόρκων, απέμειναν
μόνο δύο Αφροαμερικάνοι, ενώ η πλειοψηφία αποτελούταν από «δικούς του»
ενόρκους. Ο Δικαστής όμως, δεν αρκέστηκε μόνο σε αυτά και προχώρησε, στην
αφαίρεση του δικαιώματος του Μούμια Αμπού Τζαμάλ, να υπερασπιστεί τον εαυτό
του! Η δικαιολογία του γι’ αυτό, ήταν πως ο Μούμια, κατά την διάρκεια της δίκης
έκανε σαν « άγριο κτήνος», πράγμα που αποτελεί μεγάλο ψέμα, καθώς ο Μούμια,
είχε διαπιστώσει την ξεκάθαρη αδικία της δίκης και προσπαθούσε να υπερασπιστεί
τον εαυτό του, κάνοντας ερωτήσεις στους ενόρκους, τον εισαγγελέα και το
Δικαστή.
Από τότε ο εισαγγελέας, της δίκης του 1982
υποστηρίζει σωρεία ψευδών, απραγματοποίητων γεγονότων, όπως ότι ο Μούμια κατά
τη διάρκεια της δίκης δεν σηκωνόταν όρθιος, όπως επιβάλουν οι κανόνες του
δικαστηρίου και μιλούσε απαξιωτικά προς τους δικαστές, λέγοντας πως δεν τους
αναγνωρίζει.
Αυτό και πολλές άλλες κατηγορίες, δεν τις
επιβεβαιώνει κανένας μάρτυρας, εκτός του προεδρείου και των κατηγόρων.
ΤΟ ΔΙΚΑΙΩΜΑ ΣΤΗΝ ΥΠΕΡΑΣΠΙΣΗ
Ο Μούμια Αμπού Τζαμάλ, εκτός από την απόφαση του
Δικαστή Σέιβο για αφαίρεση του δικαιώματος του να υπερασπιστεί τον εαυτό του, ουσιαστικά, εξ’ αρχής δεν είχε
αυτή τη δυνατότητα λόγω της οικονομικής του κατάστασης, καθώς και της
νομοθεσίας της Πολιτείας της Φιλαδέλφειας, η οποία έδινε στο κατηγορούμενο
επιδότηση, μόλις 1000 $ για να οργανώσει την υπεράσπιση του.
Το ποσό αυτό, ήταν ασήμαντο μπροστά στο πραγματικό
κόστος της υπεράσπισης του. Ο ίδιος, εκτός από δημοσιογράφος εργαζόταν και ως
οδηγός Ταξί για να μπορεί να θρέψει την οικογένεια του, χωρίς να μπορεί να
ανταπεξέλθει στις πραγματικές του ανάγκες και γι αυτό δεν είχε την δυνατότητα
να προσλάβει δικηγόρο.
Επομένως η πολιτεία, του όρισε δικηγόρο, ο οποίος
βέβαια ήταν εντελώς άπειρος σε ζητήματα ανθρωποκτονίας και γενικότερα σοβαρών
δικαστικών υποθέσεων.
Το βασικό πρόβλημα του Μούμια Αμπού Τζαμάλ ήταν η
έλλειψη μαρτύρων. Οι πληροφορίες που κατάφερε να μαζέψει ο Μούμια και ο
δικηγόρος του μιλούσαν για δύο μάρτυρες, οι οποίοι με την ομολογία τους θα
αθώωναν τον Μούμια, όμως από το ποσό των 1000 $, μόνο 150 $ απέμεναν για την
έρευνα και την εύρεση μαρτύρων .Ακόμα πιο χαρακτηριστικό για την άδικη στάση
του Δικαστηρίου, ήταν η απόκρυψη των στοιχείων κατοικίας και επικοινωνίας των
μαρτύρων, κάτι που είναι ρητά κόντρα στην υποχρεωτική πληροφόρηση από τον
δικαστήριο προς τον κατηγορούμενο.
Τελικά οι μάρτυρες ευρέθησαν αλλά μόνο ο ένας εκ των
δύο, ο φοιτητής Ντ. Χαϊτάουερ, δέχθηκε να παραστεί στη δίκη, ενώ ο άλλος
μάρτυρας, η Ντέμπυ Καρντάνσκυ για λόγους τους οποίους δεν εξήγησε, δεν δέχθηκε
να παραστεί ως μάρτυρας υπεράσπισης.
Κατά τη διάρκεια της δίκης, ο δικηγόρος του Μούμια,
ανακάλυψε πως εκτός από αυτούς τους μάρτυρες, υπήρχε ακόμη ένας, βετεράνος του
Βιετνάμ, ο οποίος ήταν παρών στη σκηνή του φόνου και είχε δηλώσει στην
αστυνομία πως ο Μούμια δεν σκότωσε το αστυφύλακα Φόκνερ, όμως στην διάρκεια της
δίκης, κατά «περίεργο» λόγο, τάχθηκε κατά του Μούμια και υποστήριξε την ενοχή
του.
Η ΣΗΜΑΝΣΗ, Η ΑΣΤΥΝΟΜΙΑ ΚΑΙ Η ΥΠΕΡΑΣΠΙΣΗ
Το μεγάλο αγκάθι όμως για την λάμψη της δικαιοσύνης
στην υπόθεση του Μούμια Αμπού Τζαμάλ, ήταν η Στάση της αστυνομίας, λίγο μετά
την δολοφονία αλλά και κατά τη διάρκεια της δίκης.
Συγκεκριμένα και επί της ουσίας, στην υπόθεση
δολοφονίας του Αστυνομικού Ντάνιελ Φόκνερ, δεν υπήρξε ποτέ διενέργεια έρευνας
από τη σήμανση!
Είναι χαρακτηριστικό, πως αν και ο Μούμια είχε άδεια
οπλοφορίας για 38άρι περίστροφο, (καθώς δούλευε ως οδηγός ταξί και όπως το
υπόλοιπο 85% των επαγγελματιών οδηγών, διέθετε όπλο για την υπεράσπιση της ζωής
του) ο Αστυνόμος Φόκνερ σκοτώθηκε με 45άρι!
Βέβαια αν και λόγο της απειρίας του δικηγόρου του
Μούμια Αμπού Τζαμάλ, το συγκεκριμένο περίτρανο στοιχείο, δεν προστέθηκε στην
υπεράσπιση του κατηγορούμενου, η σήμανση δεν διέπραξε ούτε βαλλιστικό έλεγχο,
ούτε καν έλεγξε τα χέρια και την κάνη του όπλου για υπολείμματα πυρίτιδας και
τελικά ούτε μύρισε την κάνη του όπλου, καθώς σε περίπτωση πυροβολισμού, το όπλο
για αρκετή ώρα μετά, έχει μια χαρακτηριστική μυρωδιά πυρίτιδας η οποία
καταδεικνύει πως υπήρξε πυροβολισμός. Αυτό, αν και η αστυνομία ήταν υποχρεωμένη
να το πράξει, δεδομένο ότι έφτασε στο τόπο του εγκλήματος λίγο μετά τη
δολοφονία, δεν το έκανε ποτέ.
Το βράδυ της δολοφονίας, ο Μούμια Αμπού Τζαμάλ,
γυρνούσε σπίτι του αφού είχε τελειώσει τη βάρδια από το ταξί, σε μια
διασταύρωση είδε αστυνόμο Φόκνερ, να πυροβολείτε από άγνωστους 4 με 5 φορές και
στη συνέχεια είδε τους δράστες να το βάζουν στα πόδια. Αμέσως έτρεξε κοντά στον
αστυνομικό για να τον βοηθήσει, όμως εκείνος πάνω στην ταραχή του δεν
αντιλήφθηκε πως ο Μούμια δεν ανήκει στους δράστες, έτσι σήκωσε το δικό του
υπηρεσιακό περίστροφο και τον πυροβόλησε στο στήθος. Αμέσως οι δύο άνδρες
μεταφέρθηκαν στο νοσοκομείο, όπου ο αστυνόμος απεβίωσε ενώ ο Μούμια ήταν
λιπόθυμος σε πολύ σοβαρή κατάσταση.
Ενώ όμως ο Μούμια δεν είχε τις αισθήσεις του, δεκάδες
αστυνομικοί φυλούσαν το δωμάτιο του.
Ο Γιατρός, Άντονι Κολέτα, δηλώνει ακόμη και σήμερα,
πως όταν ο Μούμια βρήκε τις αισθήσεις του, βρισκόταν σε κατάσταση σοκ, από τους
αστυνομικούς που τον σημάδευαν με τα όπλα τους και τον έβριζαν, κατηγορώντας
τον για τη δολοφονία. Το μόνο πράγμα που είπε στο Γιατρό ήταν :
«είμαι αθώος,
προσπαθούν
να με
κατηγορήσουν, είμαι αθώος»
Μετά την εξαγωγή του από το νοσοκομείο πέρασε από
ανάκριση, στην οποία δήλωσε ξανά την αθωότητα του αλλά όπως ο ίδιος κατήγγειλε,
βασανίστηκε και ξυλοκοπήθηκε σχεδόν μέχρι θανάτου από τους αστυνομικούς!
Μετά από αυτό, έκανε μήνυση κατά τον αστυνομικών για
βασανισμό, φυσικά κάτι τέτοιο δεν θα περνούσε έτσι από τους αστυνομικούς, που
από πολύ καιρό παρακολουθούσαν τον Μούμια και οργάνωναν την «φίμωση» του.
Τότε και μετά από 2,5 μήνες ο αστυνόμος Γκάρυ Μπελ,
«θυμήθηκε» πως ο Μούμια μετά το φόνο και ενώ βρισκόταν στο νοσοκομείο,
ομολόγησε το φόνο!
Έτσι, στη συνέχεια δεκάδες αστυνομικοί κατέθεσαν πως
ο Μούμια φώναζε από το κρεβάτι του νοσοκομείου πως αυτός ήταν ο δράστης και
ευχόταν να πεθάνει ο αστυνόμος Φόκνερ. Όλα αυτά βέβαια 3 μήνες μετά το
περιστατικό! Όμως ο πρόεδρος δέχτηκε της αν και «ξεχασμένες», τόσο «σοβαρές»
μαρτυρίες…
Ωστόσο, ο αστυνομικός Γκάρι Γουόκοαλ, που τον
ανέκρινε στο νοσοκομείο, στην αναφορά του έγραφε πως: «ο νέγρος δεν έκανε
κανένα σχόλιο»
Τότε ο δικηγόρος του Μούμια, αφού δήλωσε το όνομα του
στο δικαστήριο ως μάρτυρα υπεράσπισης, άρχισε να τον ψάχνει μέχρι που έμαθε πως
ήταν σε διακοπές, αμέσως ζήτησε από το δικαστήριο, ως όφειλε να το επιτάξει ως
μάρτυρα. Ο Δικαστής Σέιβο για ακόμη μια φορά όμως έκανε τα πράγματα ακόμη πιο
δύσκολα, είπε χαρακτηριστικά στον Μούμια και τον συνήγορο του πως:
«Αν ο άνθρωπος
είναι σε διακοπές,
τότε ας είναι, το
φταίξιμο είναι δικό σας
γιατί είστε
ανίκανοι να οργανώσετε
την υπεράσπιση
σας».
Η αστυνομία όμως δεν σταμάτησε εκεί, εκτός ότι κατά
τη διάρκεια της δίκης διοργάνωσε αρκετά συλλαλητήρια κατά του Μούμια Αμπού
Τζαμάλ, κατηγορώντας τον ως δολοφόνο αστυνομικών ( το σύνθημα ήταν : “kill the
cop- Killer”), προχώρησε σε μια σειρά
παρεμβάσεων στο έργο της δικαιοσύνης.
Ουσιαστικά, η μόνη στήριξη της κατηγορίας εναντίον
του Μούμια Αμπού Τζαμάλ, ήταν μια μάρτυρας, που από την «ανύπαρκτη» έρευνα της
αστυνομίας θεωρήθηκε Μάρτυρας- κλειδί.
Το όνομα της ήταν Σίνθια Ουάιτ και ήταν εκδιδόμενη.
Το βράδυ της δολοφονίας, βρισκόταν ένα τετράγωνο μακριά, σύμφωνα με τις
μεταγενέστερες έρευνες, αλλά αυτή δήλωσε πως ήταν παρών στη δολοφονία και
επιβεβαίωνε τη ενοχή του Μούμια. Η Σίνθια Ουάιτ, πιέστηκε από την αστυνομία, να
ψευδομαρτυρήσει, με αντάλλαγμα την προστασία της από τα μπηξίματα που είχε
καθώς και τη ελευθερία να συνεχίσει να εκδίδεται.
Φυσικά, ο Δικαστής Σέιβο δέχθηκε την κατάθεση της
Σίνθια, η οποία είχε είδη «λερωμένο» το ποινικό της μητρώο ενώ απέρριψε την
κατάθεση του φοιτητή Ντ. Χαϊτάουερ ως «άσχετη» με την υπόθεση!
Τότε, και επειδή δημιουργήθηκε μεγάλη ένταση στο
δικαστήριο, η αστυνομία αλλά και ο Πρόεδρος προχώρησαν στη δημιουργία άλλων δυο
κατασκευασμένων ενοχοποιητικών στοιχείων.
Η αστυνομία από τη μεριά της επιστράτευσε άλλη μια
πόρνη, την 21χρονη Βερόνικα Τζόουνς, η οποία το βράδυ του φόνου ήταν λίγο
μακριά από τον τόπο του εγκλήματος και μετά το άκουσμα των πυροβολισμών είδε
δύο άνδρες να τρέχουν για να ξεφύγουν από το σημείο. Όμως, μετά από λίγο καιρό
συνελήφθει από τις αρχές για ληστεία και τότε η ασφάλεια της πρωτινέ να
καταθέσει ενάντια στον Μούμια Αμπού Τζαμάλ, ώστε να γλιτώσει τα 15 χρόνια
φυλάκισης, πράγμα το οποίο και δέχθηκε.
Από την άλλη ο Δικαστής Σέιβο, ανέτρεξε στο παρελθόν
του Μούμια και βρήκε ένα άρθρο του από την εφημερίδα των Μαύρων Πανθήρων, το
οποίο έγραψε σε ηλικία 15 χρονών και τελείωνε με την φράση του Μάο Τσε Τουνγκ:
«η πολιτική
εξουσία κρέμεται
από την κάννη των
τουφεκιών»
Ο Δικαστής τότε, κατηγόρησε τον Μούμια για φόνο εκ
προ μελέτης, καθώς υποστήριξε πως ο Μούμια οργάνωνε από καιρό την δολοφονία
κάποιου αστυνομικού…
Έτσι η απόφαση που πάρθηκε, ήταν η καταδίκη του Μούμια σε θανατική ποινή.
Ο ΑΓΩΝΑΣ ΓΙΑ ΝΕΑ ΔΙΚΗ
Μετά από αρκετά χρόνια φυλάκισης και μετά από
αλλεπάλληλες κινητοποιήσεις της διεθνούς κοινής γνώμης, ο Μούμια Αμπού Τζαμάλ
έχει πετύχει μια σειρά από αναβολές της εκτέλεσης και πλέον έχει στο πλάι του
έμπειρους δικηγόρους οι οποίοι ανέλαβαν εθελοντικά και αφιλόκερδος, την
υπεράσπιση του και κατάφεραν μέχρι σήμερα να συλλέξουν τέτοια στοιχεία, που
είναι βέβαιο πως αν επαναληφθεί η δίκη του θα αθωωθεί πανηγυρικά.
Η υπεράσπιση του Μούμια πλέον έχει με το μέρος της
πολλά αθωωτικά στοιχεία, όλους τους βασικούς μάρτυρες του περιστατικού και
επίσης έχει καταφέρει να αποδείξει, πως οι μάρτυρες κατηγορίας ψευδομαρτύρησαν.
Το βασικό επιχείρημα για την αθώωση του Μούμια, είναι
η ένορκη ομολογία του Άρνολντ Μπέβερλι, ο οποίος παραδέχτηκε ότι σκότωσε ως
επαγγελματίας εκτελεστής τον Φόκνερ, στο πλαίσιο συμβολαίου θανάτου μεταξύ
αστυνομίας και μαφίας. Η μαρτυρία του όμως δεν ελήφθη υπόψη από το δικαστήριο,
καθώς ο δικαστής της έφεσης ήταν πάλι ο Άλμπερτ Σέιβο, ο οποίος δήλωσε πως:
«η ομολογία του Μπέβερλι
ήταν έξω από τις προθεσμίες
της διαδικασίας».
Αυτό, σε συνδυασμό με στοιχεία που δεν τέθηκαν τότε
στη διάρκεια της δίκης, όπως το ζήτημα του όπλου, η μη διενέργεια έρευνας από
την αστυνομία, ο αποκλεισμός των μαρτύρων υπεράσπισης, οι πιέσεις της
αστυνομίας προς τους 3 βασικούς μάρτυρες κατηγορίας για να ψευδομαρτυρήσουν
καθώς και η καταθέσεις των γιατρών και το πόρισμα του ιατροδικαστή, είναι
αρκετά όχι μόνο για την αθώωση του κρατουμένου, αλλά και την επιβολή τεράστιων
αποζημιώσεων από το κράτος!
Κατά τη διάρκεια της πολύχρονης περιπέτειας του
Μούμια, ήρθε στο φώς ακόμη ένα μεγάλο στοιχείο υπέρ της αθώωσης του Μούμια
Αμπού Τζαμάλ. Στην πολιτεία της Φιλαδέλφειας, ξέσπασε ένα μεγάλο σκάνδαλο, το
οποίο αφορούσε την άμεση εμπλοκή της αστυνομίας με κυκλώματα μαστροπείας,
πορνείας και ξέπλυμα μαύρου χρήματος. Συνελήφθησαν και φυλακίσθηκαν δεκάδες
αστυνομικοί, όπου πολλοί από αυτούς- η πλειοψηφία θα λέγαμε, ήταν βασικοί
μάρτυρες κατηγορίας και εμπλεκόμενοι στην υπόθεση της δολοφονίας του αστυνόμου
Φόκνερ.
Πολύ σημαντικό ρόλο στην εξέλιξη της ιστορίας της
υπόθεσης, παίζει η συμπεριφορά της πρώην μάρτυρα κατηγορίας Βερόνικα Τζόουνς η οποία
όπως είδαμε είχε εκβιαστεί από την αστυνομία σε μικρή ηλικία να κατηγορήσει τον
Μούμια, αλλά μετά από αρκετά χρόνια, προτίμησε να διακινδυνεύσει την καταδίκη
της για το έγκλημα της ψευδομαρτυρίας αλλά να πει την πραγματική αλήθεια,
δηλαδή ότι το βράδυ του φόνου είδε το δολοφόνο του Φόκνερ να φεύγει τρέχοντας
από το σημείο του φόνου και ο οποίος δεν ήταν ο Μούμια Αμπού Τζαμάλ.
Έτσι, η Τζόουνς πήγε στο δικαστήριο πριν το οποίο
εκβιάστηκε ξανά από την αστυνομία για να μην πει την αλήθεια, αυτή όμως είχε πάρει
την απόφαση της.
Όταν η Τζόουνς κατέθεσε πως εκβιάστηκε από την
ασφάλεια και οδηγήθηκε στη δίκη του Μουμία χωρίς καν να τον έχει δει ποτέ (δεν
γνώριζε ούτε το πρόσωπο του!), ο Δικαστής Σέιβο, θεώρησε την κατάθεση της «μη
έγκυρη» επειδή στο παρελθόν εκδιδόταν! Η Τζόουνς ακόμη και μετά από μια
τεράστια επίθεση ταπείνωσης προς το πρόσωπο της από τον δικαστή, συνέχισε να
υποστηρίζει την αλήθεια ενώ οι δικηγόροι του Μούμια στήριξαν το αληθές της
κατάθεση της, στο πρόσφατο σκάνδαλο της αστυνομίας. Το κλίμα είχε γύρει προς
την πλευρά του Μούμια και η δίκη διακόπηκε για αρκετή ώρα. Τότε, συνέβη ακόμα
κάτι πιο ανεκδιήγητο, την ώρα της δίκης, άνδρες της αστυνομίας μπήκαν στην
αίθουσα και συνέλαβαν την Βερόνικα Τζόουνς, με την κατηγορία της φυγοδικίας για
το έγκλημα της πλαστογραφίας μιας επιταγής 250 $! Στη συνέχεια το δικαστήριο
απέρριψε την κατάθεση της Τζόουνς, ενώ έφτασε την κωμικοτραγική αυτή έκβαση της
δίκης στα όρια της καθώς απέρριψε ως μη έγκυρη και εκτός θέματος την ομολογία
του Γ. Σιγκλετέρι, ενός Αφροαμερικανού επιχειρηματία, η οποία είχε γίνει από
την εποχή του φόνου και είχε αποκρυφτεί από την ασφάλεια και ανέφερε πως ο
Σιγκλετέρι ήταν ο βασικός μάρτυρας του φόνου, ο οποίος αποδείκνυε ότι ο Μούμια
κατέφθασε στο σημείο του εγκλήματος αμέσως μετά την δολοφονία.
Η ΟΔΥΣΣΕΙΑ ΤΩΝ ΑΝΑΒΟΛΩΝ
Από τις 9 Δεκεμβρίου 1981, το μοιραίο βράδυ που ο
αστυνόμος Φόκνερ έπεσε νεκρός από τις σφαίρες του Άρνολντ Μπέβερλι και την
καταδικαστική απόφαση του Δικαστή Σέιβο στις 3 Ιουλίου του 1982, ο Μούμια Αμπού
Τζαμάλ πέρασε μια τεράστια περιπέτεια, αλλεπάλληλων αναβολών της εκτέλεσης του
καθώς και συνεχιζόμενων αιτήσεων αποφυλάκισης και εκδίκασης της υπόθεσης. Μέχρι τον Ιούνιο του 1995, στην Πολιτεία της
Φιλαδέλφειας ίσχυε η προσωρινή παύση των εκτελέσεων θανατοποινιτών. Εκείνη την
περίοδο εκλέγετε Κυβερνήτης, ο Ρεπουμπλικάνος και βαθιά συντηρητικός Τομ Ριτζ.
Ο Ριτζ βγαίνει πρώτος έχοντας υποσχεθεί εκτός άλλων και την επανέναρξης των
εκτελέσεων και ειδικά αυτή του Μούμια Αμπού Τζαμάλ. Έτσι μετά από δύο μήνες,
τον Αύγουστο του 1995 υπογράφει την εκτέλεση του Μούμια. Η εκτέλεση όμως,
αναβλήθηκε εξαιτίας μαζικών κινητοποιήσεων που έλαβαν χώρα σε πολλές πόλεις της
Αμερικής.
Στις 18 Δεκεμβρίου του 2001, ο ομοσπονδιακός
δικαστής, Γουίλιαμ Γιόν, απεφάνθη ότι δόθηκαν λάθος κατευθύνσεις στους ενόρκους
που καταδίκασαν τον Μουμία το 1982 και ότι θα πρέπει να επικυρωθεί ξανά η
απόφαση. Ωστόσο αποφασίζει ότι ο Μουμία είναι ο δολοφόνος και έτσι απομένει να
αποφασιστεί εκ νέου κατά πόσο η «ορθή» απόφαση είναι ισόβια κάθειρξη ή θανατική
ποινή. Μέχρι την 27η Μαρτίου του 2008 ο Μουμία παραμένει υπό το καθεστώς του
Θανατοποινίτη μέχρι που το Εφετείο ακυρώνει την θανατική ποινή, αλλά απορρίπτει
και το αίτημα για νέα δίκη (με ψήφους 2-1).
Στις 22 Ιουλίου του 2008 όμως απορρίπτεται η αίτησή
του Μουμία για αναθεώρηση της απόφασης της δίκη, ενώ στις 6 Απριλίου του 2009,
το Ανώτατο Δικαστήριο απορρίπτει το αίτημα για έφεση.
Από κει και πέρα ο Αφροαμερικανός Μουμία Αμπού Τζαμάλ, βρίσκεται πάλι έκθετος
στον κίνδυνο της εκτέλεσης της θανατικής του ποινής, την οποία αποφεύγει
διαδοχικά με την στήριξη της παγκόσμιας κοινής γνώμης και τα ογκώδη
συλλαλητήρια υπέρ της αθώωσης του.
Το τέλος του Μαρτυρίου του ξεκινά στις 19 Ιανουαρίου
του 2010, όπου το Ανώτατο Δικαστήριο αποδέχεται την αίτηση του για μείωση της ποινής
του και στις 9 Νοεμβρίου ξεκίνα η
ακροαματική διαδικασία η οποία καταλήγει στην οριστική μείωση της ποινής, από
θανατική σε ισόβια. Με το σύνθημα «Λευτεριά στον Μούμια» και «Χωρίς δικαιοσύνη,
δεν υπάρχει ειρήνη» αμερικανοί αλληλέγγυοι διαδήλωσαν στη Φιλαδέλφεια κατά την
έναρξη της ακροαματικής διαδικασίας, ενώ την ίδια ώρα στο Λονδίνο, έξω από την
αμερικάνικη πρεσβεία, συγκεντρώθηκαν εκατοντάδες άγγλοι με πλακάτ «Ο Μουμία δεν
πρέπει να πεθάνει». Στο Ντιτρόιτ πραγματοποιήθηκε συναυλία αλληλεγγύης με χιλιάδες
διαδηλωτές, που διεκδικούσαν την θανατική ποινή και την απελευθέρωση του Αμπού
Τζαμάλ. Διαδηλώσεις πραγματοποιήθηκαν ταυτόχρονα και στο Παρίσι, το Μεξικό, τη
Τζαμάικα, τον Καναδά, το Όκλαντ, το Σαν Φρανσίσκο, το Χιούστον, το Λος
Άντζελες, το Τορόντο, τη Γερμανία, την Ολλανδία, το Ιράν και αλλού.
Ο ίδιος ο Μουμία, έστειλε το εξής μήνυμα στους
χιλιάδες αλληλέγγυους διαδηλωτές, το οποίο διαβάστηκε σε όλες τις διαδηλώσεις
ανά τον κόσμο:
«Αδέρφια μου, θέλω
να ξέρετε ότι η μάχη συνεχίζεται... Ο νόμος είναι μόνο πολιτική και οι
πολιτικοί κρύβονται κάτω από την τήβεννο των δικαστών. Δεν έχει σημασία τι λένε
τα στοιχεία. Δεν έχει σημασία τι ορίζουν οι αποκαλούμενοι κανόνες. Ποτέ δεν
τους ακολουθούν από τη μέρα επικύρωσής τους. Αυτό που έχει σημασία είναι τα
λόγια και οι πράξεις. Γι’ αυτό σας ευχαριστώ και σας στέλνω την αγάπη μου. Ζήτω
ο Τζον Άφρικα. Από την πτέρυγα των θανατοποινιτών, Μουμία Αμπού Τζαμάλ».
ΤΟ ΣΥΜΒΟΛΟ ΚΑΤΑ ΤΗΣ ΘΑΝΑΤΙΚΗΣ ΠΟΙΝΗΣ
Ο 30χρονος αγώνας του Μούμια Αμπού Τζαμάλ για αθώωση,
μετατράπηκε σε παγκόσμιο σύμβολο κατά της θανατικής ποινής και της αδικίας, ενώ
ο ίδιος αποτελεί πρότυπο ανυπότακτου αγωνιστή. Τον είδαμε σε τραγούδια του
Αμερικανικού Συγκροτήματος Rage against the machine, όπου στη συναυλία που
έδωσαν στη χώρα μας στις 14 Ιουνίου του 2000 στο θέατρο Πέτρας, δίπλα στη
σκηνή, υπήρχε ένα μεγάλο πανό που ζητούσε την απελευθέρωση του Μουμία, το όνομα
του αναφέρθηκε επίσης, στις μεγαλειώδεις συγκεντρώσεις στη Wall street μέσα στο
κίνημα του “occupy” δίνοντας ένα έντονο δυναμικό συναίσθημα στον αγώνα κατά της
εκμετάλλευσης ανθρώπου από άνθρωπο, ενώ από την αναφορά του στα τραγούδια των
active member φτάσαμε να Διαβάζουμε τα λόγια του στο συνέδριο των G-20 στο
Πίτσμπουργκ το 2009, που αποφάσισε την συνεχόμενη κεφαλαιακή στήριξη από τα κράτη
προς τις τράπεζες, όπου μέσα από το θάλαμο της απομόνωσης έγραφε:
«Αγαπητοί αδερφοί
και αδερφές στον αγώνα, ευημερία στην Αφρική. Και δύναμη στους ανθρώπους που
διαδηλώνουν κατά της G20.
Καθώς
συγκεντρώνονται οι ιερείς των χρημάτων, πρέπει να βρουν ένα τρόπο για να σώσουν
το αποτυχημένο οικονομικό τους σύστημα. Όπως πάντα, συνιστούν περισσότερα για
τους πλούσιους και λιγότερα για τους φτωχούς. Αυτό το είδαμε και με το πακέτο
στήριξης των τραπεζιτών. Αλλά για το λαό… κατασχέσεις, χαμένες θέσεις εργασίας
και χαμένα προνόμια.
Αν ήταν ο λαός που
λάμβανε το πακέτο στήριξης, τι άλλο θα έκανε πέραν από το να ξοδέψει τα
χρήματα; Οι άνθρωποι θα πλήρωναν ενοίκια, θα αγόραζαν ρούχα, θα αγόραζαν τρόφιμα
και θα έπαιζαν μεγάλο ρόλο στην αναζωογόνηση της οικονομίας που είναι βασισμένη
στον καταναλωτισμό.
Αντ’ αυτού όμως,
δεκάδες χιλιάδες δισεκατομμύρια δολάρια από τους δημόσιους πόρους, πήγαν στους
τραπεζίτες, που κατά πάσα πιθανότητα έδωσαν στους εαυτούς τους μπόνους και
αγόρασαν χαβιάρι από Μπελούγκα. Και όλο αυτό, το αποκαλούν σοσιαλισμό; Είναι
τρελό! Όταν οι άνθρωποι οργανώνονται μπορούν να αλλάξουν την πορεία των
πραγμάτων. Γι’ αυτό συνεχίστε και συνεχίστε, μείνετε σε κίνηση. Σας ευχαριστώ.
Δύναμη στις διαδηλώσεις!
Από τη λίστα των
θανατοποινιτών, Μουμία Αμπού Τζαμάλ»
0 σχόλια:
Speak up your mind
Tell us what you're thinking... !